Η Ιλλυρική γλώσσα #2: γλωσσολογική ανάλυση. (The Illyrian language
# 2: linguistic analysis)
Η Ιλλυρική γλώσσα #2: γλωσσολογική ανάλυση
RelatedΟι γλωσσικοί πρόγονοι των Αλβανών και των (Α)Ρουμάνων #2In
"Βαλκανικές γλώσσες"Οι «Βέσσοι» της ύστερης αρχαιότηταςIn
"Αρχαιότητα"Οι αρχαίοι Μακεδόνες και η γλώσσα τους #5: ΕθνολογικάIn
"Αρχαιότητα"3 responses to “Η Ιλλυρική γλώσσα #2:
γλωσσολογική ανάλυση”
leonicos
smerdaleos
smerdaleos
§ smerdaleos.wordpress.com
FEBRUARY
25, 2014 · 3:37 PM
(συνέχεια από το μέρος #1)
Το ότι η Ιλλυρική ήταν ΙΕ γνώσσα φαίνεται ξεκάθαρα από τα ΙΕ
στοιχεία που περιέχει όπως η χρήση του επιθήματος Hoffmann *-(i)h3onh2 σε
τοπωνύμια, εθνωνύμια και ανθρωπωνύμια (λ.χ. Ρίζων, Scardōna, Salōna, Narōna <*-(i)h3onh2-a όπως Μεθώνη, Cortōna, Παρθῖνοι , Enderudini < -*ih3nh2-os όπως
τα σλαβικά εθνικά λ.χ. OCS Blŭgarinŭ), ανθρωπωνύμια όπως Baezō, Paiō, Vendō, Verzō, όπως τα λατινικά
Nerō, Cicerō και τα
ελληνικά Πλάτων, Στράβων, Αρίστων, Αγάθων κλπ), η
χρήση του ΙΕ επιθήματος *-ont-/-ent- σε ανθρωπωνύμια όπως Beusas/Beusantis, Bubas/Bubantis, Plarens/Plarentis (~ Αἴας/τοῦ Αἴαντος,
δράκων/τοῦ δράκοντος, Clemēns/Clementis, Valēns/Valentis κλπ), ο
σχηματισμός σύνθετων ονομάτων με το συζευκτικό *-i- του
Caland (Skerd-i-laidas, Scerv-i-aedus, Laed-i-calius, Tem-i-teuta ~ ελλην. Κλεϝ-ι-σθένης ~ Κλεισθένης, σλαβ. Vlad-i-mir κλπ.), η χρήση της προθέσεως epi-
(< *h1epi-) σε ανθρωπωνύμια (Ἐπίκαδος, Ἐπίδιος)
και τοπωνύμια (Ἐπίδαμνος),
η χρήση του επιθήματος -menos σε ανθρωπωνύμια (Pladomenus,
Daz(o)menus) το οποίο εάν δεν σχετίζεται με την ελληνοφρυγική
κατάληξη των μεσοπαθητικών μετοχών τότε σχετίζεται με το ΙΕ επίθημα *-men- που
έδωσε λέξεις όπως ἡγεμών, ποιμήν ~ piemuo, άκμων ~ akmuo και τα τοπωνύμια σε -μεναί όπως Αλαλκομεναί, Εὐρυμεναί, χρήση ονομάτων που δείχνουν ΙΕ αριθμητικά (Tritus,
Sextus/Sestus) ή, τέλος, εφαρμογή του νόμου του Szemerènyi (Plator < Platōr, αλλά Platura/Platurius < Plator- ~ ρήτωρ/ρητορική).
Αυτό που μένει είναι να ξεδιαλύνουμε νηφάλια ό,τι άλλο
μπορούμε για την γλώσσα. Πριν προχωρήσω παραθέτω ορισμένες σελίδες του
John Wilkes με τα Ιλλυρικά ανθρωπωνύμια ανά «ζώνη»:
Τα ονόματα Teuta, Teutaia, Temiteuta δείχνουν ότι το ΠΙΕ *t>t, ενώ η
ποικιλία Teuda δείχνει τάση ηχηροποίησης σε μεσοφωνηεντικό
περιβάλλον (λ.χ. λατιν. lupus, totus, focus > Ισπαν. lobo, todo, fuego). To όνομα προκύπτει από τη ρίζα *teut-eh2 = «λαός» που
έχει δώσει το γερμανικό deutsch και,
συν τοις άλλοις, τον κελτικό θεό Τουτάτι που διαβάζουμε στον Αστερίξ. Όπως το
αγγλικό king προκύπτει από το kin (<*genh1es- «γένος»)
έτσι το Ιλλυρικό Teuta μπορεί να σήμαινε «βασίλισσα». Η άλλη
πληροφορία που μας παρέχει είναι ότι η ΙΕ δίφθογγος *eu διατηρήθηκε
αυτούσια στην Ιλλυρική.
Η πρόθεση epi- των
ονομάτων Επίκαδος, Επίδιος και του
τοπωνυμίου Επίδαμνος δείχνει ότι το ΠΙΕ
*p>p, επομένως μπορούμε να υποθέσουμε με ασφάλεια ότι ολόκληρη η σειρά των
άηχων κλειστών *{p,t,k} διατηρήθηκε αυτούσια. Αν το Ἐπίδιος περιέχει την ρίζα *dei-«λάμπω» όπως το ελληνικό δῖος «περίλαμπρος,
ισόθεος, θεϊκός» και εὔδιος = αίθριος (καιρός) τότε έχουμε
επίσης *d>d.
Τα ονόματα Gent(h)ius, Gent(h)ena κλπ. συνήθως
σχετίζονται ετυμολογικά με το λατινικό gens/gentem από
τη ρίζα *g’enh1- «γένος». Το όνομα Γένθιος μπορεί να
σημαίνει «Βασιλιάς» όπως είδαμε με το Τεύτα και το αγγλικό king. Αυτή η
ετυμολόγηση δείχνει ότι η Ιλλυρική έτρεψε τα ουρανωμένα υπερωικά σε απλά, όπως
οι γλώσσες τύπου centum (*g’>g).
Το λήμμα του Ησυχίου:
<βράβυλος>· εἶδος φυτοῦ κακοῦ (Theocr. 12,3) AS
<βρα>·
ἀδελφοί, ὑπὸ Ἰλλυρίων
<βράγος>· ἕλος
μας δείχνει ότι η ιλλυρική αποδάσυνε τα ηχηρά δασέα
*{bh,dh,gh}>{b,d,g} μιας και το βρα αναμφίβολα
σχετίζεται με το *bhreh2-tēr, ίσως υποκοριστική μορφή της πλήρους
λέξεως όπως το αγγλικό “bro“.
To ιλλυρικό όνομα της σημερινής Podgorica («Υπόρεια») του Μαυροβουνίου Birziminium μάλλον περιέχει την ρίζα *bherg’h-«ψηλός» (γερμ. Berg, κελτ. Brigantia), αλλά δυστυχώς δεν μπορούμε να πούμε εάν
το αρχικό /i/ είναι το e του ε-βαθμού «προσθιωμένο» (e>i) ή αν προέρχεται
από τον μηδενικό βαθμό *r.>ir όπως
στην Δακο-Θρακική, την Αλβανική και τον Βαλτο-σλαβικό κλάδο, όπως δεν μπορούμε
να πούμε εάν το /z/ είναι προϊόν σατεμοποίησης (*g’h>z) ή εάν προκειται για
δευτερογενή προστριβοποίηση/συριστικοποίηση (*gi>dzi>zi). Προτιμώ την
δεύτερη περίπτωση, γιατί βρίσκεται με συμφωνία με την ετυμολογία του ονόματος
Γένθιος που έχει ήδη αναφερθεί και του τοπωνυμίου Ρίζων που θα αναφερθεί
παρακάτω.
Ο Ρίζων ήταν τόπος κατοικίας
πολλών Ιλλυριών βασιλιάδων. Το τοπωνύμιο μπορεί να εξηγηθεί σαν *h3rēg’-ih3onh2 > rēgjōn> rīdzōn> rīzōn =
«βασιλική κατοικία», όπως το λατινικό rēgiō/rēgiōnem «περιοχή όπου εκτείνεται η
βασιλική εξουσία» > αγγλικ. region. Αν δεκτούμε
την ετυμολογία τότε, όπως και στην κελτική (*ɸatīr, *mātīr,*brātīr) και την αρμενική, έχουμε και στην ιλλυρική
*ē>ī (κελτ. rīx). H εξέλιξη *gj>dz>z θυμίζει το δαλματικό
παράδειγμα: λατ. argèntum > argjènto > argjànt > ardzjànt > arziant .
Αν δεκτούμε την τροπή *ē>ī τότε το όνομα Ιλλυριοί μπορεί να
ετυμολογηθεί από τη ρίζα *welsu-«βόσκω» (*wēlsu-ros > *wīlsu-ros > wīllu-ros ~ «βοσκός, βοσκότοπος») με απώλεια
του δίγαμμα στο στόμα των Ελλήνων όπως συνέβη με το Viteliu > Ιταλία και το Wilusa> Ἴλιος. Αυτή η πρόταση κάνει ή τους Ιλλυριούς
«βοσκούς» ή την αρχική Ιλλυρίδα (την περιοχή γύρω από τον κάτω Δρίνο
και τη λίμνη της Σκόδρας) «βοσκολίβαδο».
Η ίδια φωνηεντική τροπή *ē>ī μας επιτρέπει να ετυμολογίσουμε
τα υδρωνύμια Δρίλων, Δρῖνος και Δρεῖνος με την ίδια ρίζα *dreu– «ρέω» που έδωσε τον Δράβο/Drava:
*drew-el-h3onh2 > *drewelōn > *dreelōn > *drēlōn >
Drīlōn
*drew-enos > *dreenos > *drēnos > Drīnos
*drew-inos > *dreinos > Dreinos
Αντίθετα με τα παραπάνω παραδείγματα, τα ονόματα Andes και Andena, αν συνδέονται
με την ρίζα *h2endhes– «άνθος», δείχνουν ότι το μακρό ē που
παράχθηκε από την αναπληρωματική έκταση του νόμυο του Szemerényi παραμένει
αυτούσιο (λ.χ. ελληνικό *Ἄνθεσ-ς > Ἄνθης,
Κλεάνθης, Εὐάνθης και ἀνθεσ-ρός > ἀνθηρός).
To παραθαλάσσιο τοπωνύμιο Salona (<*sal- «αλάτι») και το όνομα Sextus/Sestus (<*swek’s- «έξι») μας δείχνουν ότι το
αρκτικό προφωνηεντικό *s διατηρήθηκε αυτούσιο (αντίθετα με την
ελληνική, την αρμενική, τη φρυγική και τον Ιρανικό κλάδο που έκαναν την
τροπή *s->h-). Στο ίδιο συμπέρασμα μας οδηγεί το όνομα Selepitani του Ιλλυρικού φύλου
που κατοικούσε στην ελώδη χώρα νοτίως της λίμνης της Σκόδρας. Γνωρίζοντας ότι η
ελληνική λέξη ἕλος ανάγεται
στην ΙΕ ρίζα *seles- και ότι τα ουδέτερα σε
-ος εμφανίζονται σαν πρώτα συνθετικά στον ε-βαθμό ablaut (λ.χ. ὄρος > ὀρεσ-ί-βιος,
Ὀρέσ-της, ἄλγος > ἀλγεσ-ί-δωρος,
ἄνθος > ἀνθεσ-ρός
> ἀνθηρός) μπορούμε να αναδομήσουμε την πρωτο-ιλλυρική μορφή *Sele(s)-pitā (θέμα
*selespit- λ.χ. ὁ Κρής/τοῦ Κρητός/οἱ Κρήτες) = «ελώδης
τόπος» απ΄όπου προήλθε το εθνικό *Selespit-ānī με
την προσθήκη του επιθήματος –ānī (λ.χ. Rōma
> Rōmānus/Romānī). H απλοποίηση
-s-p- > -p- στο μορφηματικό σύνορο είναι συχνό φαινόμενο (λ.χ. στην
Ελληνική, το θέμα θεσ- των λέξεων θεός,θεά έδωσε το θεωνύμιο *Θέσ-τις >
Θέτις, το ιερόν της οποίας στην Θεσσαλία ονομαζόταν Θεστίδειον, ενώ η λέξη μᾶκος/μῆκος έδωσε σύνθετα όπως μᾱκεσ-ί-κρανος, αλλά και
*περι-μήκεσ-τος > περιμήκετος).
Η IE ρίζα *sab- (λ.χ.
αγγλικό sap) απαντά στο Ιλλυρικό λήμμα sabaia = «ποτό
των Ιλλυριών επαρχιωτών».
Το τοπωνύμιο Scardōnā (σημερινό κροατικό Skradin) μπορεί να ετυμολογηθεί ως «αυλάκι» (λ.χ. αὖλαξ/αὐλών > Αὐλών) από την ΙΕ ρίζα *(s)kerdh- «σκάβω,
σκαλίζω» που έδωσε το σκανδιναβικό skarð = «κενό, ρωγμή, ορεινό πέρασμα», το
λιθουανικό ρήμα skardyti = «σκάβω, σκαλίζω»
και τους πρωτοσλαβικούς όρους *skorda =
«σβάρνα» και το μηδενόβαθμο (*skr.dh-) *o(b)-skŭrdŭ = «αξίνα». Θυμίζω πως η
Scardona/Skradin είναι χτισμένη πάνω στο «αυλάκι» που έχει «σκάψει» ο ποταμός Krka.
Η ισχνή παρουσία των διφθόγγων oi,ou (μόνο στα ονόματα Loiscus
και Boiken) ως προς τις ai,au (στα λατινικά ae) δείχνει ότι η Ιλλυρική
έτρεψε το ΠΙΕ *o>a. O ποταμός Clausala που
μνημονεύεται κοντά στην Σκόδρα μπορεί να ετυμολογηθεί από τον ο-βαθμό *k’lou– της ρίζας *k’leu-«βρέχω,
πλένω» που στον μηδενικό βαθμό έδωσε το ελληνικό κλύζω, κατακλυσμός. Τα ονόματα Baezus, Baezo μπορούν να ετυμολογηθούν από τoν
o-βαθμό *bhoid- της ρίζας *bheid- που
έδωσε το ελληνικό φείδομαι και τα συχνά ονόματα του τύπου Φειδίας,
Φείδιππος και τα δύο πιο σπάνια ο-βαθμα Φοῖδος, Φοιδοκίδας. Το /z/ μπορεί να εξηγηθεί σαν προστριβοποίηση>τριβοποίηση πριν από
άτονο ιώτα (*bhoid-jos > Baidjos > Baidzos > Baezus,
*bhoid-ih3onh2> Baidjon > Baidzon > Baezo). Μια εναλλακτική
ετυμολόγηση μπορεί να τα συσχετίσει με τη ρίζα *bheidh- που
έδωσε το ελληνικό πείθω και ονόματα όπως Πείθων,Πειθίας και συνθετικά όπως Πειθόλαος.
Και στις δύο περιπτώσεις έχουμε *bh>b όπως στα βρα και Birziminium και
*dj>dz>z, και στην δεύτερη *dh>d.
To όνομα Beuzas/Beuzantis μπορεί
να παραχθεί από τη ρίζα *bheudh- που έδωσε το ελληνικό πεύθω/πυνθάνομαι, Πυθία,
Πυθαγόρας κλπ.:
*bheudh-i-ant- > Beudjant- > Beudzant- > Beuzant- όπως
η λέξη ἀνδριάς/ του ἀνδριάντος
(*h2nr-i-ant-) ή το λατινικό radians/radiantem, ενώ παραθέτω το
παράδειγμα της εξέλιξης λατ. radius > radzo > rază στην ρουμανική και rreze στην αλβανική για
την προστριβοποίηση και τριβοποίηση *dj>dz>z.
To όνομα Σκερδιλαΐδας περιέχει ως δεύτερο συνθετικό το
πολύ συχνό θέμα laid-/l(a)ed- που το βρίσκουμε στα ονόματα: Laidus, Laedicalius, Laedietis, Laidas, Laidon, Laedio, Laiscus,
Ledrus. Η τελευταία μορφή μάλλον είναι προϊόν εκλατινισμού
(ae>e), ενώ στην προτελευταία το /d/ χάθηκε κανονικά πριν από το /s/
(λ.χ. *ud-sk-iom > uisce). Μιας και είδαμε την
ποικιλία Teuda του ονόματος Teuta μπορούμε να
ετυμολογήσουμε τα παραπάνω ονόματα από τη ρίζα *leit- «οδηγώ, κινούμαι μπροστά»
που έδωσε τα αγγλικά lead,leader. To συνθετικό Σκέρδ- από την άλλη απαντά
σαν σκέτο όνομα Scerdis και μπορεί να συσχετιστεί με τη ρίζα *(s)kerdeh2
«αγέλη, σειρά» που έδωσε το αγγλικό herd και OCS čreda «αγέλη,κοπάδι» και
το λιθουανικό skerdžius = «βοσκός». Έτσι, το όνομα Σκερδιλαΐδας γίνεται «ο
αρχηγός της αγέλης» ~ «ο βουαγός».
To όνομα Scerviaedus μπορεί
να εξηγηθεί ως «αυτός που έχει ευγενικό αίμα» από τις ρίζες *(s)krewh2s-«ωμός,
αίμα» και *aidh– «λαμπερός>περίλαμπρος>ευγενής» (το όνομα των Θρακών ευγενών Ζιβυθίδαι επίσης προέρχεται από μια ρίζα για
«λάμπω,φέγγω»).
Τα ονόματα Skerdilaidas και Scerviaedus έχουν αναλυθεί και εδώ.
Η πόλη των Ιλλυριών Πενεστών Ὑσκάνα μπορεί
να ετυμολογηθεί ως «υδρότοπος» (*ud-sk-h3onh2-a > *Udskana > Uskana) όπως
το κελτικό *ud-sk-iom > uisce που αναφέρθηκε παραπάνω και τα
θρακικά Uskudama στον Έβρο και ο ποταμός Οἶσκος/Ὄσκιος (< *Ud-sk-ios).
Η πόλη Δίμαλλον των Παρθινών μπορεί να ετυμολογηθεί
σαν *dwi-malwom «διπόταμος/δίλοφος» με το δεύτερο συνθετικό να σχετίζεται με το
δακικό *malva = «ποταμός, όχθη», το ρουμανικό mal = «όχθη» ή το αλβανικό mal =
«βουνό».
Η περιοχή Πάρθος των Παρθινών από την άλλη μπορεί να συσχετιστεί
με τον ο-βαθμό της ρίζας *pertus = «πέρασμα (ποταμού ή βουνού)»
που έδωσε το λατινικό portus,
το αγγλικό ford και το σκανδιναβικό fjord.
Οι ποταμοί Ἀρδάξανος (Erzen) και Ἴσαμνος (Ishëm). Ο Αρδάξανος ήταν το θέμα μιας παλαιότερης ανάρτησης. Δύο πιθανές ρίζες είναι *sword-h2k-t-janos «μαυρονέρι, βρόμικο νερό»
(*swerd- «μαύρος, βρόμικος») και *word-h2k-t-janos «βατραχοπόταμος»
(*wordo- «βάτραχος»). Ο Ίσαμνος μπορεί
να ετυμολογηθεί ως *wiso-mn-os ,
δηλαδή αποτελούμενος από τον μηδενικό βαθμό της ΙΕ ρίζας *weis- «ρέω»
(λ.χ. Vistula, Weser) προσαρτημένο στον θεματοποιημένο μηδενικό βαθμό
του IE επιθήματος *-men- *-mn-os (λ.χ. *poh2i-men-s >
*poh2i-mēn > ποιμήν και *poh2i-mn-iom >
ποίμνιον, καθώς και το λιθουανικό ξαδελφάκι του ελληνικού ποιμήν με
αντεστραμμένους τους βαθμούς ablaut *peh2i-mon-s > *peh2imōn
> piemuo). Αν στην Ιλλυρική η ρίζα *weis- ακολούθησε την
σημασιολογική εξέλιξη της ρίζας στον Γερμανικό κλάδο προς «λάσπη» (λ.χ.
παλαιο-αγγλικό *waisǭ > wāse = «λάσπη, έλος» και
παλαιο-σκανδιναβικό veisa = «όγκος
στάσιμου ύδατος») τότε ο Ίσαμνος μπορεί να ιδωθεί ως «λασποπόταμος».
Η Αλβανική παρέλαβε την λατινική εκδοχή Isamnus και κανονικά
απλοποίησε το σύμπλεγμα -mn->m (Isamnus > Isamu > Ishëm), όπως έκανε
και με τα λατινικά scamnum > shkëm > shkëm(b) και damnum > dëm .
Τέλος, μπορούμε να κάνουμε μία σχετικά σίγουρη ετυμολόγηση
του ιλλυρικού τοπωνυμίου Siscia (σημερινό
κροατικό Sisak). To τοπωνύμιο μπορεί να ετυμολογηθεί ως
«Στεγνή (γη)» από την διπλασιασμένη ΙΕ ρίζα *si-sk-us = «στεγνός, ξηρός» που έδωσε το λατινικό siccus, το Αβεστικό hišku = «ξηρός» και το Παλαιο-Ιρλανδικό sesc = «στείρος». Επειδή η Siscia ήταν τοποθετημένη
σε μια γενικά «υγρή» περιοχή (σημείο ένωσης τριών ποταμών: Σάβος, Κόλαπις και
Odra), το μέρος του οικισμού ήταν το μόνο «στεγνό, ξηρό» (αποξηραμένος βάλτος ; ) σημείο της
περιοχής. Βέβαια πρέπει πάντα να τονίσω ότι το τοπωνύμιο κείται στα σύνορα της
«μικρής» Ιλλυρίας και, κατά συνέπεια, δεν γνωρίζουμε αν πρόκειται για
πραγματικά Ιλλυρικό τοπωνύμιο (η Κελτική καταγωγή δεν μπορεί ν΄αποκλειστεί
ιδίως όταν γνωρίζουμε πως η ρίζα *si-sk-us > sesc υπήρχε
στον κελτικό κλάδο).
Αν σας ενδιαφέρει μία δική μου υποθετική πρόταση
σχετικά με την Ιλλυρική εξέλιξη IE *tw>ts>s
παρόμοια με αυτήν που συνέβη στην Ελληνική μπορείτε να
διαβάσετε αυτήν την ανάρτηση για τον ποταμό Σάβο και το κάστρο της Σάρδου.
Σχετικά με την σχέση Αλβανικής και Ιλλυρικής υπάρχουν 3
βασικές ενστάσεις:
1) Ο πρόγονος της αλβανικής γλώσσας (ή πρωτο-αλβανική γλώσσα
κατά το γλωσσολογικότερον) έτρεψε το σύμπλεγμα *sk>ks>h πριν από ηχηρά
και ένηχα (b,d,g,l,r,n,m,j,w) πριν την είσοδο των λατινικών δανείων στη γλώσσα (λ.χ.
*skōla> hell, *skr.d->
skurd-> hurdha> hudhër, *skuna>hu, *skunta> hundë,
*skenhis> hi κλπ.) και
αυτή η τροπή *sk>ks>h εμφανίζεται σε δύο ρουμανικές υποστρωματικές λέξεις
(leurdă και hămesi < *eska < ed-ska < *h1ed-«τρώω»).
Αντίθετα, η ιλλυρική διατηρεί το σύμπλεγμα /sk/ αυτούσιο στα
παραδείγματα: Skerdilaidas, Skerdis, Scerviaedus, Skardus, Scirtari/Σκίρτονες, Uskana, Scenus, Scenubar(b)us, Scilus, Scardona κλπ.
Τα αρχαία τοπωνύμια της Αλβανίας (Scodra> Shkodër, Scampinus > Shkumbin)
εμφανίζουν στην αλβανική γλώσσα την τροπή που έγινε στα λατινικά
δάνεια (scamnum > shkëm(b), piscis > peshk, scala > shkallë κλπ). Αυτό δείχνει ότι τα τοπωνύμια
αυτά εισήλθαν στην αλβανική γλώσσα συγχρόνως με τα λατινικά δάνεια ή, με άλλα
λόγια ότι οι Αλβανοί έφτασαν στην σημερινή Αλβανία τον ίδιο καιρό που
απορροφούσαν τα λατινικά δάνεια.
2) Η πρωτο-αλβανική γλώσσα έχασε όλες τις διφθόγγους της:
*au>a,*eu>e, *ai>e, *ei>i λ.χ. *dhausa > dash, *aug-> ag κλπ. H Ιλλυρική γλώσσα διατηρεί τις διφθόγγους
αυτούσιες λ.χ. Teuta, Temiteuta, Teuda, Beuzas, Ταυλάντιοι, Αυταριάται, Clausal, Sausa, Iaulietis, Deuri κλπ. Φαινόμενα μονοφθογγοποίησης όπως της
αλβανικής υπάρχουν στην Δακο-Μυσική (*dhau-kes > Δάκες,
*dhau-k-ina > δάκινα, *di-eus-mn. >
διέσεμα) και στην Θρακική *g’heutraia >
ζετραία, Σεύθης,Σευθείλας > Σεθείλας) με το όνομα Δάκες να απαντά στα γραπτά του
Καίσαρα ~ 50 π.Χ. Το ρουμανικό υπόστρωμα εμφανίζει την λέξη daș = «αρνί του σπιτιού, μανάρι» που έχει την ίδια ακριβώς
ετυμολογία με το αλβανικό dash =
«κριάρι», δείχνοντας την μονοφθογγοποίηση *dhousom > *dauša > dash με την αλβανική.
3) Η ιλλυρική διατήρησε τα αρκτικό προφωνηεντικό *s
στα Selepitani, Salona, Sextus/Sestus, Sestenius, Sausa, Sassaius, Surco, Suttis. Επίσης, το ιλλυρικό λήμμα sabaia = «ποτό
των πτωχών Ιλλυριών» κατάγεται από το ΙΕ *sab-, όπως και το
αγγλικό sap. O πρόγονος της αλβανικής γλώσσας είχε τρέψει το
ίδιο αρκτικό ΙΕ *s>j πριν την είσοδο των λατινικών δανείων με μια
δεύτερη εξέλιξη j>gj να συμβαίνει μετά την εισροή των λατινικών
δανείων (λ.χ. iūnctūra > gjymtyrë , iūdicāta >gjykatë). Παραδείγματα
της αλβανικής τροπής *s>j>gj είναι τα *solwos > gjallë , *solp-> gjalm, *salm- > gjalmë, *swek’s-> gjashtë , *serpena > gjarpër~gjarpën κλπ.
Το /s/ των λατινικών δανείων αποδίδεται σταθερά ως /sh/ στην
αλβανική: socius > shok, saeculus> shekull, salix/salicem> shelg , sānctus > shenjtë , sanitās/sanitātem > shëndet κλπ. H
λέξη ghiuj (/gyuž/) του ρουμανικού υποστρώματος
σχετίζεται με το αλβανικό *sūsa> gjysh. Ορισμένοι βλέπουν
στα διάφορα ονόματα του ποταμού Siret ( ΙΕ *ser- «ρέω» : Σέρετος, Ἱερασός, Gerasus) την Αλβανική τροπή *s>j>gj.
Έχοντας τα παραπάνω κατά νου καταλαβαίνουμε γιατί ο πρόγονος της
Αλβανικής γλώσσας δεν θα μπορούσε ποτέ να δώσει ένα τοπωνύμιο όπως το *si-sk-ia
> Siscia !!! To IE *si-sk-ia στην
πρωτοαλβανική θα είχε γίνει **Jihja και θα
κατέληγε στο πρώιμο Αλβανικό **Gjihja. (*s- >
j > gj & *-sk- > -ks- > -h-).
Αυτή τη στιγμή, ο σοβαρότερος μελετητής της Αλβανικής γλώσσας
είναι ο αυστριακός γλωσσολόγος Joachim Matzinger.
Πιστεύω ότι είχε κατά νου τις τρεις αντιρρήσεις που παρέθεσα (σίγουρα είχε κατά
νου το sk>ks>h) όταν είπε ότι «από γλωσσολογικής άποψης, όταν
συγκρίνουμε τα υπολείμματα της Ιλλυρικής με την Αλβανική είναι σαν να
συγκρίνουμε το μαύρο με το άσπρο»:
Matzinger points put that
when the few surviving fragments of Illyrian and Albanian are compared, they
have almost nothing in common.
“The two are opposites and
cannot fit together,” he says. “Albanian is not as the same as
Illyrian from a linguistic point of view.”
Περισσότερα για την αλβανική γλώσσα και την σχέση της με το
προλατινικό υπόστρωμα της Ρουμανικής μπορείτε να διαβάσετε εδώ.
Filed under Αρχαιότητα, Βαλκανικές γλώσσες, Γλωσσολογία, Ιστορία, Ινδοευρωπαϊκά θέματα
Tagged as Ιλλυρική γλώσσα
1.
Γειά
σου, Σμερδαλαίε, είμαι ο Λεώνικος (Leonicos) στον Σαραντάκο.
Καταπληκτικό
άρθρο.
Σκοπεύω
να βγάλω ένα βιβλίο με σουμεριακά κείμενα. Ίσως το συμπληρώσω σιγα σιγά με
ολόκληρο το corpus απλά για να υπάρχουν κάπου. Μιλάμε για τιραζ 50-100 το πολύ.
Φυσικά
έγραψα ένα εισαγωγικό σημείωμα κι ένα άλλο κείμενο στο οποίο εξηγώ τη λογική με
την οποία σχηματίζονταν τα σφηνογράμματα (gusum στην Emengir, σουμεριακή).
Και
πάνω που όλα ήταν ωραία, έρχονται η κόρη μου και η προγονή μου ταυτόχρονα, και
μου λένεότι ασχολούνται με τη Νοηματική (Κωφών).
Φυσικά,
το θέμα είναι άσχετο. Αλλά, συζητώντας μαζί τους, ανακάλυψα το αυτονόητο. Ό,τι,
όταν μιλάμε, μοιραίως λέμε πολύ λιγότερα από αυτό που έχουμε στη διάνοιά μας ή
μπροστά στα μάτια μας. Το ίδιο ασφαλώς συμβαίνει και με τη ζωγραφική. Κι επειδή
η αρχική μορφή της γραφής ήταν πικτογραφική, άρχισε να με απασχολούν τα
ερωτήματα: α) ποιο είναι το ελάχιστο ποσό πληροφορίας που μεταφέρει αυτό που
θέλουμε να πούμε; και β) το παιδί, ή και ο προ γραφής άνθρωπος, όταν ζωγράφιζε
κάτι, έγραφε ή ζωγράφιζε, δηλαδή ‘πώς περίμενε να γίνει κατανοητό το χάραγμά
του’. Με όλα αυτά, άρχισα να γράφω ένα κείμενο με τίτλο ‘Από τη φωνή στη γραφή’
στο οποίο προσπάθησα να συμμαζέψω όλες τις ‘αρχές γραφής’ (που δεν είναι
πολλές) και πώς διαδόθηκαν, όσες στέριωσαν. Σήμερα επιβιώνουν δύο, η
χαναανιτική/φοινικική και η κινεζική.
Πάνω σ’
αυτό, αναζητώντας διάφορα ενεπίγραφα μνημεία, έπεσα πάνω σε κάτι
βουλγαροφρενείς που προσπαθούν να βγάλουν τη Γραμμική Α, την επιγραφή της
Ασκαλώνος (φιλισταϊκή) και ό,τι άλλο βρουν μπροστά τους, παλαιο-σλαβικό.
Δεν
είχα σκοπό να σου γράψω τόσο πολλά, και συγνώμη, αλλά μήπως θα είχες την
καλοσύνη να δεις τις απαντήσεις μου, και να μου πεις τη γνώμη σου και να
συμμετάσχεις πιο ενεργά; Βέβαια, δεν ξέρω αν θα τα μάθουν ποτέ οι ίδιοι, αλλά
τουλάχιστον στον βιβλίο μου θα τους αναφέρω και θα τους αντικρούω.
Κι
επειδή δεν μπορώ να συγκριθώ σ’ επιστημοσύνη μ’ εσένα, μολονότι σε παρακολουθώ
άνετα, το δικό σου μάτι θα με προφύλασσε από καμιά γερή παγίδα.
Π,χ,
Πίστευα ότι οι Ιλλυριοί και οι Βενετοί ανήκαν σε ένα βενετο=ιλλυρικό συνεχές
εκατέρωθεν της Αδριατικής, και σήμερα κατάλαβα ότι μάλλον δεν είναι αλήθεια.
Σε
παρακαλώ απάντησέ μου, ακόμα και αρνητικά, για ναν ξέρω
Λεώνικος
Καλαχώρας
§
Γεια σου Λεώνικε!
Για τους Ενετούς και τους
Ιλλυριούς που ρώτησες, ήταν σίγουρα ξεχωριστές γλώσσες και η Αρχαία Ενετική ανήκε σίγουρα στον Ιταλο-Κελτικό κλάδο,
όπως δείχνει η ιταλοκελτική γενική σε -i (μακρό) των «δευτεροκλίτων» σε -os
(λ.χ. λατ. lupus/lupi = λύκος/(του) λύκου). Από εκεί και μετά, η ακριβής θέση
της Ενετικής εντός της Ιταλο-Κελτικής ομάδας δεν είναι ακόμα πλήρως
συμφωνημένη. Άλλοι πιστεύουν πως ήταν γλώσσα του Ιταλικού κλάδου (και
προτάσσουν την ιταλική φωνολογική εξέλιξη *bh,dh>f), ενώ άλλοι πιστεύουν ότι
οι ομοιότητες με τον ιταλικό κλάδο ήταν επιφανειακές (και προϊόν γλωσσικής
επαφής) και πιστεύουν πως είναι σημαντικότερες οι ομοιότητες που η Ενετική είχε
με τον Κελτικό κλάδο.
ΗΤην Ιλλυρική, από την
άλλη, δεν μπορούμε να την ταξινομήσουμε επειδή δεν υπάρχουν επιγραφές, ώστε να
εξετάσουμε την γραμματική της. Μόνο κάποια γενικά φωνολογικά συμπεράσματα
μπορούμε να κάνουμε και σύγκριση του ανθρωπωνυμικού και τοπωνυμικού υλικού.
Η φωνολογιά της Ιλλυρικής
φαίνεται ότι ήταν διαφορετική από αυτή της Ενετικής (λ.χ. ενετικά *bh,dh>f,
αλλά ιλλυρικά *bh,dh>b,d).
Τώρα για τους
αρχαιόπληκτους σλαβομανείς με τους οποίους έχεις μπλέξει, δεν ξέρω αν αξίζει να
χάνεις τον χρόνο σου μαζί τους.
Σε έναν λογικό άνθρωπο,
μπορείς να εξηγήσεις την ιστορία των σλαβικών γλωσσών (ΠΙΕ, Κοινή
Βαλτο-Σλαβοική, Πρώιμη Πρωτοσλαβική, Ύστερη Πρωτοσλαβική, τριχοτόμηση σε
νότια,δυτική και ανατολική σλαβική κοκ). Το θέμα είναι, έχεις να κάνεις με
λογικούς ανθρώπους.
Όλοι όσοι έχουν μελετήσει
τους σλάβους αναγνωρίζουν ως σλαβική κοιτίδα τα μέρη στα ΒΑ των Καρπαθίων. Αυτό
που αλλάζει είναι η ακριβής περιοχή στα ΒΑ των Καρπαθίων και η έκτασή της.
Είναι αμφίβολο αν υπήρχε
ήδη διακριτή πρωτοσλαβική γλώσσα πριν από το 500 π.Χ. και γύρω στο 1500 π.Χ.
είναι σχεδόν σίγουρο ότι μιλιόταν ακόμα η Κοινή Βαλτο-Σλαβική.
Το να ψάχνεις για Σλάβους
στην Παλαιστίνη του 12ου π.Χ. αιώνα είναι το ίδιο παράλογο με το να τους
ψάχνεις στην Κένυα. Τώρα αν κάποιος νομίζει πως υπήρχαν αρχαίοι Σλάβοι στην
Κένυα επειδή το κενυατικό τοπωνύμιο Chuka έτυχε να μοιάζει με τον σλαβικό όρο čuka = «κορυφή βουνού», εεε …τόσο τον κόβει.
§
Λεώνικε καλημέρα,
Αν θέλεις δώσε μου ένα
δείγμα του «σλαβικού» διαβάσματος της Γρααμικής Α και της παλαιστινιακής
επιγραφής που κάνουν αυτοί με τους συνδιαλέγεσαι, για να σου υποδείξω τα λάθη
τους.
Λ.χ. αν σου πουν ότι
διαβάζουν την λέξη zvezda = «άστρο» κατά τη χαλκοκρατία, μπορείς να τους
εξηγήσεις ότι η πρωτοσλαβική λέξη ήταν gwayzda μέχρι το 500 μ.Χ. περίπου.
Τότε περίπου μονοφθογγοποιήθηκε
η δίφθογγος *ay>ě σε yat και, μετά από αυτή τη μονοφθογγοποίηση, έγινε
δυνατή η δεύτερη σλαβική ουράνωση/ουρανίκωση gwězda>zvězda.
Έτσι λ.χ. ένας λογικός
άνθρωπος καταλαβαίνει ότι δεν μπορεί να ψάχνει για τον σημερινό όρο zvezda πριν
από το 550 μ.Χ., πόσο μάλλον στην 2η π.Χ. χιλιετία και … στην Παλαιστίνη.
Αν πάλι αυτοί «διαβάζουν»
κάποιο από τα γερμανικά δάνεια της πρωτοσλαβικής τότε, από τη στιγμή που ο
Donald Ringe χρονολογεί την πρωιμότερη πρωτογερμανική γύρω στο 500 π.Χ.
(συνολική περίοδος ομιλίας της PGmc ~500-100 π.Χ., ο λογικός άνθρωπος δεν
αναμένει να βρει γερμανικής καταγωγής σλαβικούς όρους … στην Παλαιστίνη του 2ου
π.Χ. αιώνα.
Αν λ.χ. αυτοί με τους
οποίους συνδιαλέγεσαι «διαβάζουν» τη λέξη «ψωμί» χlěbŭ (εκ του πρωτογερμανικού *hlaibaz) τότε, αφού
τους εξηγήσεις ότι πρόκειται για γερμανικό δάνειο στην πρωτοσλαβική, θα έπρεπε
να καταλάβουν ότι δεν μπορεί να υπήρχαν σλάβοι στην Παλαιστίνη της 2ης π.Χ.
χιλιετίας που έλεγαν … χlěbŭ.
No comments:
Post a Comment